Τι είναι η λαϊκή μουσική και ποια η διαφορά της από την ρεμπέτικη μουσική;

Καταρχάς πριν την λαϊκή μουσική προϋπήρχε η ρεμπέτικη μουσική. Η ρεμπέτικη μουσική ήρθε στην Ελλάδα από τους Έλληνες της Μικράς Ασίας και της Κωνσταντινούπολης το 1922. Πρόκειται για τραγούδια με έντονο το στοιχείο του αυθορμητισμού, ενώ διαθέτουν ένα συντροφικό χαρακτήρα. Το περιεχόμενό των ρεμπέτικων τραγουδιών είναι κυρίως κοινωνικό. Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι για την Ελλάδα ό,τι το μπλουζ για την Αμερική, το ταγκό για την Αργεντινή κλπ. Ένα τραγούδι που βασίζεται στην αυθεντικότητα των ανθρώπων, καθώς πρόκειται για τη μουσική των καταδιωγμένων, αδικημένων. Ένα τραγούδι απλό για τους απλοϊκούς ανθρώπους.

Η ιστορία του ρεμπέτικου διαδραματίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα, περίπου 3-4 δεκαετίες, κυρίως από το 1922 έως το 1952 και έχει επηρεάσει πολύ την ιστορία της ελληνικής μουσικής και, σαφώς, την ελληνική μουσική του  20ου αιώνα. Αυτή η μουσική συνυφασμένη με τους ανθρώπους του περιθωρίου ήταν αρχικά παρεξηγημένη στην Ελλάδα αλλά πολλοί μουσικοί την επέλεξαν όπως ο Τσιτσάνης και ο  Βαμβακάρης. Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Βασίλης Τσιτσάνης  δημιούργησε μία γέφυρα ανάμεσα στο λαϊκό και το ρεμπέτικο τραγούδι. Ο κόσμος με τον καιρό αγάπησε την ρεμπέτικη κουλτούρα και δημιούργησε ακόμα ένα είδος μουσικής παρόμοια με αυτή, τη λεγόμενη λαϊκή μουσική που άνθισε την περίοδο  1950 -1970.

Η λαϊκή μουσική με πρωταγωνιστικό μουσικό όργανο το μπουζούκι προήλθε από τον λαό και εξέφρασε τον  απλό, καθημερινό άνθρωπο. Τα θέματα των λαϊκών τραγουδιών ήταν προσαρμοσμένα στον μέσο Έλληνα. Κυριαρχούσε  το ερωτικό στοιχείο, ο πόνος  της ανεκπλήρωτης αγάπης αλλά και διάφορα επίκαιρα ή καθημερινά ζητήματα δεν έλειπαν από τη θεματολογία του. Ο στίχος του λαϊκού τραγουδιού άμεσος και περιεκτικός έπρεπε να συγκινήσει αλλά και να ανακουφίσει συναισθηματικά την ψυχή του ακροατή  εκφράζοντας καθημερινές στιγμές, μικρές χαρές και λύπες, έρωτες, ήττες, αγωνίες κι οράματα, διάθεση για μιαν άλλη, καλύτερη ζωή, προβληματισμούς πάνω στ’ ανθρώπινα, στη γέννηση και στο τέλος, ακόμα και με μεταφυσική ματιά. Γι΄ αυτό και  η  γλώσσα  που χρησιμοποιήθηκε ήταν απλή, ομιλούμενη χωρίς εξειδικευμένες λέξεις.

Η λαϊκή μουσική απευθύνθηκε περισσότερο στους κατοίκους των πόλεων αφού παιζόταν σε κλειστούς χώρους όπως οι ταβέρνες και τα κέντρα διασκεδάσης.  Η λαϊκή μουσική κατέκτησε τον κόσμο για πολλές δεκαετίες και κυριάρχησε στον ελληνικό κινηματογράφο. Πολλοί καλλιτέχνες διακρίθηκαν  όπως ο Δημήτρης Μητροπάνος, ο Στράτος Διονυσίου, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Μανώλης Χιώτης (συνθέτης), Πάνος Γαβαλάς, Μανώλης Αγγελόπουλος, ο Τόλης Βοσκόπουλος, ο Σπύρος Ζαγοραίος, η Βίκυ Μοσχολιού, η Ρίτα Σακελλαρίου, η Ρένα Ντάλμα, η Βούλα Πάλλα, ο Γιάννης Κότσιρας κ.ά.

Αυτά και πολλά αλλά ονόματα έκαναν την Ελλάδα να έχει πολύ δυνατή μουσική εκπροσώπηση στο εξωτερικό.  Ο θεσμός της λαϊκής  μουσικής συνεχίζει να  έχει οπαδούς και λάτρεις και να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της διασκέδασης σε πολλά νυχτερινά μαγαζιά ή τηλεοπτικές ψυχαγωγικές εκπομπές. Από εκεί και πέρα όμως, η λαϊκή μουσική δέχεται και ένα γερό χτύπημα άρνησης ή απαξίωσης από τους νέους trap καλλιτέχνες και τη νεολαία γενικότερα .

Και έτσι  περνάμε σε ένα άλλο θέμα: 

Οι περισσότεροι  νέοι στις μέρες μας δεν ακούνε αυτή την μουσική παρά τη γενική ομολογία ότι το αυθεντικό λαϊκό τραγούδι αποτελεί  ένα ζωντανό και σπουδαίο κομμάτι του λαϊκού μας πολιτισμού και της μουσικής μας παράδοσης καθώς ενσωματώνει αρμονικά το δημοτικό και το ρεμπέτικο τραγούδι. Γιατί συμβαίνει αυτό;  Η απάντηση είναι απλή:

Οι νέοι θεωρούν ότι αυτή η μουσική δεν μπορεί πια να τους εκφράσει. Και για αυτό απομακρύνονται από  αυτό το λαϊκό τραγούδι και προτιμούν να ακούν ξενόφερτες μουσικές με ελληνικούς στίχους. Έτσι, το αυθεντικό λαϊκό τραγούδι θεωρείται συχνά ξεπερασμένο, αντιεμπορικό  και υποτιμημένο.

Πεϊχαμπέρης Ευάγγελος, μέλος της δημοσιογραφικής ομάδας.

Πηγές: https://www.alfavita.gr/koinonia/180959_laiki-moysiki-otan-i-paradosi-kai-i-tehni-synyparhoyn

https://www.ogdoo.gr/apopseis/kostas-mpalaxoytis/ti-simainei-laiko-tragoydi

Βαθμολογία άρθρου

4.2 / 5. Αριθμός: 5

Μοιραστείτε το

Μετάβαση στο περιεχόμενο